Ευάλωτοι άνθρωποι που χρειάζονται απεγνωσμένα χρήματα, λαμβάνουν μια μυστηριώδη πρόσκληση να πάρουν μέρος σε ένα παιχνίδι. 456 συμμετέχοντες ετερόκλητης προέλευσης βρίσκονται κλειδωμένοι σε μια μυστική τοποθεσία, όπου θα τους ζητηθεί να αναμετρηθούν σε έξι συνολικά παιχνίδια-δοκιμασίες για να κερδίσουν το δελεαστικό χρηματικό έπαθλο των 45,6 δισεκατομμυρίων γουόν. Κάθε δοκιμασία είναι ένα παραδοσιακό κορεάτικο παιχνίδι για παιδιά, με τη μόνη διαφορά ότι η ήττα έχει πολύ βαρύ τίμημα. Εδώ, η ήττα θα κοστίσει τη ζωή σου, με το θάνατο να έρχεται επιτόπου, καθώς ο μόνος τρόπος να αποχωρήσεις από το παιχνίδι είναι μέσα σε ένα κουτί-φέρετρο.
Αυτό είναι με λίγα λόγια το story του «Squid Game», της σοκαριστικής σειράς εννέα επεισοδίων που ήρθε από τη Νότια Κορέα στο Netflix και κατάφερε να καθηλώσει εκατομμύρια συνδρομητών (συγκεκριμένα σημείωσε 111 εκατομμύρια θεάσεις τον πρώτο μήνα), αποτελώντας πλέον την πιο δημοφιλή σειρά της πλατφόρμας, αφού ξεπέρασε κατά πολύ το ρεκόρ του ρομαντικού «Bridgerton» (82 εκατομμύρια).
Ποιος είναι ο νικητής, ποιος ο ενορχηστρωτής, αλλά και ποιος ο απώτερος σκοπός αυτού του αιματηρού, φρικαλέου παιχνιδιού επιβίωσης; Οι απαντήσεις που θα έρθουν θα περάσουν τους παίκτες, αλλά και τους τηλεθεατές από μια κόλαση. Σε ένα πολύχρωμο, pop art σκηνικό, οι κανόνες είναι απλοί και ξεκάθαροι, χωρίς «γκρίζες ζώνες»: ή κερδίζεις και ζεις ή χάνεις και πεθαίνεις/εκτελείσαι. Οι συμμετέχοντες με τις πράσινες φόρμες πρέπει να ακολουθήσουν πιστά τις οδηγίες των υπευθύνων του παιχνιδιού που φορούν κόκκινες ολόσωμες στολές και κρύβουν τα πρόσωπά τους με μια μάσκα που φέρει ένα σχήμα (κύκλο, τρίγωνο ή τετράγωνο), μαρτυρώντας κάποιου είδους ιεραρχία ανάμεσά τους. Οι χαρακτηριστικές τους ενδυμασίες είναι σίγουρα μέρος της σαρωτικής επιτυχίας της σειράς. Οι viral εικόνες τους κυριαρχούν εδώ και πολλές ημέρες σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και site τηλεοπτικού (και όχι μόνο) περιεχομένου, θυμίζοντας (ή και ξεπερνώντας) σε δημοφιλία τις μάσκες του Νταλί του «Casa de papel» και τις πορφυρές φορεσιές του «Handmaid’s Tale» – στη Vans, πάντως, σίγουρα δεν περίμεναν ότι τα λευκά slip-on παπούτσια που φορούν οι πρωταγωνιστές της σειράς θα γίνονταν ανάρπαστα μέσα σε λίγα μόνο 24ωρα.
Όσο οι δοκιμασίες του «Squid Game» προχωρούν, όσο οι παίκτες μειώνονται και χτίζονται οι συμμαχίες και οι κόντρες μεταξύ τους, ξεδιπλώνονται και οι δυνατές αντιθέσεις που χαρακτηρίζουν τη σειρά και καθηλώνουν τον τηλεθεατή. Η ανέμελη παιδικότητα κόντρα στην ωμή βία, η διαχρονικότητα των παιχνιδιών κόντρα στον ακαριαίο θάνατο, οι πολύχρωμες δοκιμασίες κόντρα στο απόλυτο μαύρο της ζωής των συμμετεχόντων, οι δαιδαλώδεις διαδρομές των μυστικών εγκαταστάσεων κόντρα στο μονόδρομο και εντέλει στο αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται οι παίκτες και, πάνω απ’ όλα, ο πόνος που βιώνουν οι (προερχόμενοι από τις λαϊκές τάξεις) άποροι διαγωνιζόμενοι στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν, κόντρα στην απόλαυση που παίρνουν οι εύποροι διοργανωτές βλέποντάς τους να βασανίζονται.
Όλα αυτά συντελούν στην απεικόνιση μιας μικρογραφίας των ταξικών ανισοτήτων που μαστίζουν την αληθινή Νότια Κορέα, τις οποίες οι ντόπιοι δημιουργοί φέρουν πλέον χωρίς δισταγμό στο προσκήνιο (βλέπε τα οσκαρικά «Παράσιτα» του Μπονγκ Τζουν-χο). Το «Squid Game» δεν διστάζει να κοστολογήσει την πολύτιμη ανθρώπινη ζωή και αξιοπρέπεια και, παρουσιάζοντάς τη με τη γνώριμη για το ωμό και έξτρα βίαιο ύφος της κορεάτικη κινηματογραφική ματιά, καταφέρνει να προβοκάρει έχοντας πολιτική συνείδηση.