Σύντομα η επιστροφή του Fortnite στο iPhone, μαζί με μια έκπληξη

1 μήνας πριν
Fortnite iPhone screen

Η EPIC GAMES ανακοίνωσε την επικείμενη διάθεση του EPIC GAMES Store στις συσκευές iOS στην Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένου του δημοφιλούς παιχνιδιού Fortnite. Η σημαντική εξέλιξη έρχεται μετά την απόφαση της APPLE να επιτρέψει στους χρήστες iPhone στην ΕΕ να κατεβάζουν εφαρμογές από εναλλακτικά καταστήματα εφαρμογών και απευθείας από ιστοσελίδες προγραμματιστών.

Η EPIC στοχεύει να λανσάρει το κατάστημά της και το Fortnite στο iOS εντός των επόμενων μηνών, με μια έκδοση για iPad να αναμένεται αργότερα μέσα στο έτος. Αυτή η κίνηση σηματοδοτεί το τέλος της απαγόρευσης του Fortnite από το App Store της APPLE, η οποία ήταν αποτέλεσμα της νομικής διαμάχης μεταξύ των δύο εταιρειών.

Ωστόσο, η APPLE έχει εισαγάγει ένα νέο μοντέλο χρέωσης για εφαρμογές που εγκαθίστανται εκτός του App Store. Πρόκειται για ένα "Core Technology Fee" 0,50 ευρώ ανά χρήστη ετησίως, το οποίο εφαρμόζεται και στις εφαρμογές εντός του App Store για προγραμματιστές που επιλέγουν τους νέους όρους. Αν και η APPLE απαλλάσσει από χρεώσεις το πρώτο εκατομμύριο εγκαταστάσεων, αυτή η πολιτική θα μπορούσε να επιφέρει σημαντικό κόστος σε εταιρείες όπως η EPIC GAMES, ειδικά δεδομένου ότι η χρέωση θα εφαρμόζεται τόσο για το κατάστημα εφαρμογών όσο και για κάθε εγκατάσταση του Fortnite.

Ο CEO της EPIC, Tim Sweeney, έχει ασκήσει τα τελευταία χρόνια έντονη κριτική στις αλλαγές της APPLE, χαρακτηρίζοντάς τες ως "κακόβουλη συμμόρφωση" και τις χρεώσεις ως "άχρηστα τέλη". Πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφρασε προκαταρκτικές ανησυχίες ότι οι πολιτικές του App Store της APPLE ενδέχεται να παραβιάζουν τον Νόμο για τις Ψηφιακές Αγορές (DMA). Επιπλέον, η Επιτροπή ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει μια νέα διαδικασία ελέγχου συμμόρφωσης κατά της APPLE, εστιάζοντας στις συμβατικές απαιτήσεις για τρίτους προγραμματιστές εφαρμογών και καταστήματα εφαρμογών, συμπεριλαμβανομένου του Core Technology Fee.

Οι εξελίξεις αναδεικνύουν για ακόμη μια φορά τις συνεχιζόμενες εντάσεις μεταξύ των μεγάλων τεχνολογικών εταιρειών και των ρυθμιστικών αρχών, καθώς και τις προκλήσεις στην εφαρμογή νέων κανονισμών στην ψηφιακή αγορά.