Η APPLE, ο τεχνολογικός κολοσσός με χρηματιστηριακή αξία που πλησιάζει τα 3 τρισεκατομμύρια δολάρια, βρίσκεται αντιμέτωπη με νέες νομικές προκλήσεις σχετικά με την τήρηση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας. Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ και οι εισαγγελείς 16 πολιτειών έχουν κινήσει νομικά εναντίον της εταιρείας, θεωρώντας ότι παρεμποδίζει τρίτους να προσφέρουν εφαρμογές που θα ανταγωνίζονταν τα δικά της προϊόντα και υπηρεσίες.
Η βασική κατηγορία είναι ότι οι πολιτικές της APPLE βλάπτουν τους καταναλωτές και τις μικρότερες επιχειρήσεις που επιδιώκουν να ανταγωνιστούν τις υπηρεσίες της. Μέσω του αυστηρού ελέγχου της εμπειρίας χρήσης των συσκευών της, η APPLE δημιούργησε ένα άνισο επιχειρηματικό περιβάλλον, προσφέροντας στα δικά της προϊόντα πρόσβαση σε σημαντικές δυνατότητες που στερεί από τους ανταγωνιστές. Επιπλέον, περιορίζει την πρόσβαση τρίτων στο σύστημα πληρωμών του iPhone και δυσχεραίνει τη συνδεσιμότητα με συσκευές άλλων κατασκευαστών.
Η APPLE ισχυρίζεται ότι οι πρακτικές της καθιστούν τα iPhone ασφαλέστερα, ενώ στο παρελθόν έχει καταφέρει να αποκρούσει παρόμοιες κατηγορίες, υποστηρίζοντας ότι οι χρήστες μπορούν εύκολα να μεταβούν στο Android. Ωστόσο, οι αρχές θεωρούν ότι όσο περισσότερο επενδύει κάποιος στο οικοσύστημα της APPLE, τόσο δυσκολότερο γίνεται να μεταπηδήσει σε άλλη πλατφόρμα.
Η νομική αυτή κίνηση αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας των ρυθμιστικών αρχών να ασκήσουν αυστηρότερο έλεγχο στους τεχνολογικούς κολοσσούς. Η Google, η Meta (Facebook), και η Amazon αντιμετωπίζουν επίσης παρόμοιες έρευνες και αγωγές για παραβίαση της αντιμονοπωλιακής νομοθεσίας.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η APPLE έχει ήδη επιβαρυνθεί με πρόστιμο 1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ για περιορισμό του ανταγωνισμού στον τομέα της μουσικής. Επιπλέον, αντιμετωπίζει το ενδεχόμενο προστίμων σε χώρες όπως η Νότια Κορέα και η Ολλανδία για τις χρεώσεις σε εναλλακτικούς τρόπους πληρωμών εφαρμογών. Άλλες χώρες εξετάζουν την επιβολή ρυθμιστικών πλαισίων για τον περιορισμό του ελέγχου της APPLE στην οικονομία των ψηφιακών εφαρμογών.
Το Υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ έχει επιλέξει μια πιο ολιστική προσέγγιση, εστιάζοντας στο συνολικό οικοσύστημα προϊόντων και υπηρεσιών της APPLE, αντί να περιοριστεί μόνο στο App Store. Η αγωγή περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο η APPLE δημιουργεί εμπόδια στη συνεργασία συσκευών τρίτων με το iPhone, καθιστώντας δύσκολη την απομάκρυνση από το οικοσύστημά της μετά από κάποια επένδυση.
Από την πλευρά της, η APPLE υποστηρίζει ότι η αγωγή αποτελεί απειλή για τις αρχές που διαφοροποιούν τα προϊόντα της σε ανταγωνιστικές αγορές και ότι, σε περίπτωση επιτυχίας, θα περιοριστεί η δυνατότητά της να δημιουργεί τεχνολογία που συνδυάζει άρτια υλικό, λογισμικό και υπηρεσίες. Η εταιρεία προειδοποιεί για ένα "επικίνδυνο νομικό προηγούμενο" που θα επιτρέψει στο κράτος να ασκεί άμεσο έλεγχο στην τεχνολογία που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι.