Ελπιδοφόρα αποτελέσματα από νέο εμβόλιο mRNA για την αντιμετώπιση του γλοιοβλαστώματος

4 μήνες πριν
scientists discussing about mRNA vaccine

Επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Φλόριντα ανακοίνωσαν την ανάπτυξη ενός πρωτοποριακού εμβολίου mRNA που στοχεύει στην αντιμετώπιση του γλοιοβλαστώματος, μιας ιδιαίτερα επιθετικής μορφής καρκίνου του εγκεφάλου. Το εμβόλιο έχει σχεδιαστεί για να ενεργοποιεί ταχύτατα το ανοσοποιητικό σύστημα, ώστε να επιτίθεται στα καρκινικά κύτταρα.

Στην πρώτη κλινική δοκιμή σε ανθρώπους συμμετείχαν τέσσερις ενήλικες ασθενείς, οι οποίοι έλαβαν το εμβόλιο mRNA. Τα αποτελέσματα, που δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό Cell, είναι συγκρίσιμα με εκείνα που παρατηρήθηκαν σε προκλινικές μελέτες με ποντίκια, καθώς και με μια πρόσφατη έρευνα που διεξήχθη σε 10 σκύλους με όγκους στον εγκέφαλο. Οι ερευνητές στοχεύουν να προχωρήσουν σε εκτεταμένες κλινικές δοκιμές Φάσης 1, με τη συμμετοχή τόσο ενηλίκων όσο και παιδιών που πάσχουν από καρκίνο του εγκεφάλου.

Η καινοτόμος προσέγγιση αξιοποιεί τα καρκινικά κύτταρα του ίδιου του ασθενούς για τη δημιουργία ενός εξατομικευμένου εμβολίου, το οποίο περιέχει σύνθετα λιπίδια που αποδεικνύεται ότι διεγείρουν ταχύτερα το ανοσοποιητικό σύστημα σε σύγκριση με τα απλά λιπίδια. Τα ευρήματα της κλινικής μελέτης κατέδειξαν τον τρόπο με τον οποίο το εμβόλιο τροποποίησε το μικροπεριβάλλον του όγκου, επιτρέποντας στα ανοσοκύτταρα να επιτεθούν στον καρκίνο.

Ένα από τα πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα της έρευνας είναι η ταχύτητα με την οποία το ενδοφλεβίως χορηγούμενο εμβόλιο προκάλεσε μια ισχυρή ανοσολογική απόκριση για την καταπολέμηση του όγκου. Η αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος παρατηρήθηκε μέσα σε μόλις 48 ώρες.

Το γλοιοβλάστωμα θεωρείται η πιο θανατηφόρα μορφή καρκίνου του εγκεφάλου, με τη μέση επιβίωση των ασθενών να κυμαίνεται στους 15 μήνες. Οι τρέχουσες θεραπευτικές επιλογές περιλαμβάνουν χειρουργική επέμβαση, ακτινοθεραπεία και χημειοθεραπεία.

Η δημοσίευση αυτή αποτελεί την κορύφωση μιας επταετούς ερευνητικής προσπάθειας, η οποία ξεκίνησε με προκλινικές δοκιμές σε ποντίκια και στη συνέχεια επεκτάθηκε σε σκύλους. Οι σκύλοι αποτελούν ένα σημαντικό μοντέλο για τη μελέτη των κακοηθών γλοιωμάτων, καθώς μετά τους ανθρώπους είναι το μόνο είδος που αναπτύσσει συχνά όγκους στον εγκέφαλο, οι οποίοι οδηγούν αναπόφευκτα στο θάνατο.

Το εμβόλιο προσαρμόστηκε στις ιδιαιτερότητες κάθε ασθενούς, με σκοπό τη μεγιστοποίηση της ανοσολογικής απόκρισης. Για τη δημιουργία του εξατομικευμένου εμβολίου, εξήχθη RNA από τους χειρουργικά αφαιρεθέντες όγκους και στη συνέχεια το αγγελιοφόρο RNA ενισχύθηκε και ενσωματώθηκε σε βιοσυμβατά νανοσωματίδια λιπιδίων. Με αυτόν τον τρόπο, τα καρκινικά κύτταρα "μεταμφιέστηκαν" σε επικίνδυνο ιό όταν επέστρεψαν στην κυκλοφορία του αίματος, πυροδοτώντας την ανοσολογική απόκριση.

Η παρόμοια και ισχυρή ανοσολογική αντίδραση που προκαλείται από το αντικαρκινικό εμβόλιο mRNA σε ποντίκια, σκύλους και ανθρώπους αποτελεί ένα αξιοσημείωτο εύρημα, καθώς συχνά τα θετικά αποτελέσματα από προκλινικές μελέτες σε ζώα δεν μεταφράζονται πάντα σε εξίσου ευνοϊκά αποτελέσματα στους ανθρώπους. Παρά το γεγονός ότι τα εμβόλια και οι θεραπείες mRNA έγιναν ευρέως γνωστά και συνέβαλαν σημαντικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας COVID-19, η προσέγγιση που χρησιμοποίησαν οι ερευνητές σε αυτή τη μελέτη είναι πρωτοποριακή και μοναδική, επιτρέποντας στο mRNA να προκαλέσει μια τόσο σημαντική και ταχεία ανοσολογική απόκριση τόσο στα ζώα όσο και στους ανθρώπους.

Παρόλο που οι ερευνητές αναγνωρίζουν ότι είναι πρόωρο να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα σχετικά με την αποτελεσματικότητα του εμβολίου, οι σκύλοι που έλαβαν τη θεραπεία επιβίωσαν κατά μέσο όρο 139 ημέρες, σε σύγκριση με τη μέση επιβίωση των 30 έως 60 ημερών που παρατηρείται σε σκύλους με γλοιώματα. Ωστόσο, παραμένει ανοιχτό το ερώτημα σχετικά με τον τρόπο μεγιστοποίησης της ανοσολογικής απόκρισης, ελαχιστοποιώντας ταυτόχρονα τις πιθανές παρενέργειες.

Σε κάθε περίπτωση τα αποτελέσματα θεωρούνται αρχικά ιδιαίτερα ενθαρρυντικά, καθώς το εμβόλιο καταφέρνει να επαναπρογραμματίσει το ανοσοποιητικό σύστημα σε σύντομο χρονικό διάστημα, συμβάλλοντας στην καταπολέμηση των καρκινικών όγκων. Το επόμενο βήμα είναι η επέκταση των κλινικών δοκιμών Φάσης 1 σε 24 ενήλικες και παιδιατρικούς ασθενείς, με στόχο την επιβεβαίωση των αρχικών ευρημάτων. Μόλις προσδιοριστεί η βέλτιστη ασφαλής δόση, αναμένεται να συμμετάσχουν 25 παιδιά στη Φάση 2 των δοκιμών.

Οι ερευνητές ελπίζουν ότι αυτή η διαδικασία θα οδηγήσει σε μια νέα θεραπευτική προσέγγιση για τους ασθενείς και σε μια καινοτόμο τεχνολογική πλατφόρμα για τη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος. Ο απώτερος στόχος είναι η ανάπτυξη ενός ευρύτερου φάσματος θεραπευτικών παρεμβάσεων που θα βασίζονται στη στοχευμένη ενεργοποίηση του ανοσοποιητικού συστήματος.